Τετάρτη 10 Οκτωβρίου 2012

μια μικρή μεγάλη χαρά


Ο Byron κυκλοφορεί συχνά στους γύρω δρόμους. Δε βγαίνει μετά τις 6 απ το σπίτι. “Δε θέλω να πεθάνω τόσο νέος και όμορφος”, μου λέει. Κι εγώ λέω ότι αυτό είναι απαγόρευση κυκλοφορίας. Λέω ότι το τραύμα είναι να χάνεις ζωτικό χώρο. Δε λέω, και χώρο για τις πορείες σου. Αλλά εδώ οι άνθρωποι δεν μπορούν να βγουν από τα σπίτια τους. Τι περιμέναμε δηλαδή;

O Byron με δουλεύει συνέχεια. Λέει ότι στεναχωριέμαι με το παραμικρό. Αν αναφέρω τους φασίστες, γελάει. Και μετά μου λέει: “Στην τζαμάικα οι άνθρωποι αγαπούν τους εαυτούς τους”.  

Έτσι μου είπε ρε φίλη. Κι ακόμα νιώθω τη δύναμή του σαν αντιστάθμισμα στη φρίκη.

Σκέφτομαι ότι τελευταία δεν αντέχω καμία ρητορική.

Δεν αντέχω επίσης όποιον δεν αναγνωρίζει σα μόνη δυνατή αφήγηση την ιστορία της έλλειψής του.

Την ιστορία μιας αποκλεισμένης αγάπης και του μίσους που ο ακρωτηριασμός αυτός συνεπιφέρει. Της αγάπης που σημαίνει να ρισκάρεις το εγώ σου για ν’ αγαπήσεις τον ελλιπή, ευάλωτο εαυτό. 

Θα έπρεπε να γράψω ένα ομορφότερο κείμενο για τον Byron.

Αλλά με οδήγησε στα όρια του λόγου η δική του αυτοεκτίμηση και νιώθω μια ανυπόμονη χαρά για την αλήθεια του..